Η σκιά της Συμφωνίας των Πρεσπών

Το τραγούδι που προκάλεσε την αιφνίδια διακοπή σε συναυλία στη Φλώρινα ήταν το παραδοσιακό σλαβόφωνο άσμα Eleno Kerko, το οποίο επρόκειτο να ερμηνεύσει η ελληνική μπάντα Banda En Topica. Η παρέμβαση του δημάρχου της Φλώρινας όσο κι αν δημιούργησε ερωτηματικά επειδή δεν συνοδεύτηκε από δημόσια εξήγηση εκείνη τη στιγμή, όσο κι αν έβγαλε στην επιφάνεια πολιτικές πεποιθήσεις ένθεν κι ένθεν άλλο τόσο έκανε σαφές έτη μια φορά το πόσο σημαντικό είναι το ιστορικό και συμβολικό υπόβαθρο όχι μόνο ενός τραγουδιού αλλά της συμφωνίας – επιταχυντή – τέτοιων ( και χειρότερων ) εξελίξεων που υπογράφηκε στις Πρέσπες το 2018.
Το "Eleno Kerko", που στη λαϊκή του εκδοχή σημαίνει «κόρη Ελένη», αφηγείται μια φαινομενικά αθώα ιστορία: μια νεαρή κοπέλα στέλνει γράμμα στον αδελφό της Ηλία, ο οποίος βρίσκεται στην Αδριανούπολη, ζητώντας του να της αγοράσει ένα καινούργιο καπέλο για την ημέρα του Ίλιντεν. Το Ίλιντεν προέρχεται από τον συνδυασμό του ονόματος Ηλίας και της λέξης "ντεν", δηλαδή ημέρα, και παραδοσιακά συνδέεται με τη χριστιανική γιορτή του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου, κάτι που εξηγεί γιατί το τραγούδι ακουγόταν επί δεκαετίες ως καθαρά λαογραφικό.
Η ένταση γύρω από το άσμα προκύπτει από το ιστορικό φορτίο που απέκτησε μετά το 1903, όταν την ίδια ημερομηνία εκδηλώθηκε η εξέγερση του Ίλιντεν εναντίων των Οθωμανών. Το γεγονός αυτό αναδείχθηκε σταδιακά σε εθνικό σύμβολο για βουλγαρικούς κύκλους, όχι μόνο ως αντιοθωμανική πράξη, αλλά και ως σημείο αναφοράς μιας συγκεκριμένης εθνικής αφήγησης. Κατά τη διάρκεια εκείνων των γεγονότων, στο στόχαστρο βρέθηκαν και ελληνικοί πληθυσμοί της Μακεδονίας, τόσο ελληνόφωνοι όσο και σλαβόφωνοι που διατηρούσαν ελληνική εθνική συνείδηση, γεγονός που άφησε βαριά μνήμη στην τοπική ιστορία.
Από εκεί και μετά, το "Eleno Kerko" έπαψε για πολλούς να θεωρείται ουδέτερο παραδοσιακό τραγούδι. Χρησιμοποιήθηκε από βουλγαρικές ένοπλες ομάδες ως άσμα συνδεδεμένο με την εξέγερση και στη σύγχρονη εποχή συχνά ερμηνεύεται, ιδιαίτερα στη Βαρντάρσκα, ως τραγούδι με πολιτικό και εθνικό συμβολισμό. Ο συσχετισμός άραγε με μια εξέγερση κατά την οποία σκοτώθηκαν Έλληνες στη Μακεδονία δεν εξηγεί γιατί η ερμηνεία του τραγουδιού σε δημόσια εκδήλωση στην Ελλάδα είναι δυνατόν να προκαλέσει αντιδράσεις και να θεωρηθεί ευαίσθητη ή προσβλητική, παρά το φαινομενικά αθώο περιεχόμενο των στίχων του;
Τα τελευταία χρόνια το σύνολο των καταγεγραμμένων παραβιάσεων της Συμφωνίας των Πρεσπών στα Σκόπια δεν αποτελεί ανάγνωση αποσπασματικών γεγονότων κατά την προσφιλή τακτική όσων υποστηρίζουν τα «οφέλη» για την Ελλάδα από αυτό τον ελληνικό συμβιβασμό. Αν κάποιος δει συγκεντρωτικά τα στοιχεία ( η «Επιτροπή Ελληνισμού» κάθε χρόνο προσθέτει εκατοντάδες νέες παραβιάσεις στις μελέτες της και τις αποστέλλει στην κωφεύουσα ελληνική κυβέρνηση ) προκύπτει μια διαρκής επανάληψη πρακτικών που κινούνται στο ίδιο μοτίβο και δεν μπορούν εύκολα να αποδοθούν σε τυχαία λάθη, αβλεψίες ή προσωπικές πρωτοβουλίες χωρίς θεσμικό βάθος. Η χρονική συνέχεια και η γεωγραφική διασπορά αυτών των περιστατικών δείχνουν μια σταθερή συμπεριφορά και όχι μια σειρά άσχετων μεταξύ τους επεισοδίων.
Όταν παραβιάσεις καταγράφονται κάθε χρόνο, σε διαφορετικούς τομείς όπως η πολιτική ρητορική, ο πολιτισμός, ο αθλητισμός και η εκπαίδευση, τότε το ζήτημα παύει να είναι γλωσσικό ή συμβολικό και μετατρέπεται σε πολιτικό μοτίβο. Η επαναλαμβανόμενη χρήση του όρου «Μακεδονία» χωρίς τον προβλεπόμενο προσδιορισμό, η ανοχή ή και ενθάρρυνση αλυτρωτικών αναφορών, καθώς και η διπλή γλώσσα ανάμεσα στο διεθνές και το εσωτερικό ακροατήριο, συγκροτούν μια πρακτική που δύσκολα συμβιβάζεται με την έννοια της καλής πίστης σε μια διεθνή συμφωνία.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ορκωμοσία της Προέδρου, οι ονομασίες ομοσπονδιών, τα συνθήματα σε δημόσιες εκδηλώσεις και τα τραγούδια που επανέρχονται συστηματικά δεν λειτουργούν ως μεμονωμένες ενδείξεις, αλλά ως κρίκοι της ίδιας αλυσίδας. Το επιχείρημα ότι «κάθε περίπτωση εξετάζεται ξεχωριστά» αποδυναμώνεται όταν το σύνολο των περιπτώσεων δείχνει την ίδια κατεύθυνση και επαναλαμβάνεται χωρίς ουσιαστικές διορθωτικές κινήσεις από το κράτος των Σκοπίων.
Έτσι, η συζήτηση δεν αφορά πια το αν υπάρχει τυπική συμμόρφωση σε διεθνή φόρα, αλλά αν υπάρχει εσωτερική αποδοχή και πολιτική βούληση για την πλήρη εφαρμογή των δεσμεύσεων. Όταν οι παραβάσεις είναι συνεχείς και αδιάλειπτες τότε εύλογα δημιουργείται η εντύπωση ότι το συνταγματικό όνομα αντιμετωπίζεται ως εξωτερική υποχρέωση και όχι ως σταθερό στοιχείο κρατικής ταυτότητας. Αυτό ακριβώς είναι που τροφοδοτεί την καχυποψία και κρατά το ζήτημα ανοιχτό, παρά το γεγονός ότι σε θεωρητικό επίπεδο έχει υπογραφεί και κυρωθεί μια συμφωνία.
'Όλα τα παραπάνω φυσικά τα είχαμε καταγράψει ως βεβαιωμένα μελλούμενα και κρούαμε τον κώδωνα του κινδύνου όσοι βρεθήκαμε στους δρόμους από τα τέλη του 2017 ως το 2019 στα μεγαλειώδη συλλαλητήρια σε Αθήνα – Θεσσαλονίκη, στο ηρωικό Πισοδέρι και σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας. Σήμερα, εξ αφορμής του περιστατικού στη Φλώρινα ας πάμε για ακόμη μια φορά στον πυρήνα του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η λεγόμενη πολιτισμική προπαγάνδα, ειδικά μέσω της μουσικής σε περιοχές με ανοιχτά ιστορικά ταυτοτικά ζητήματα.
Η χρήση αλυτρωτικών όρων ή τραγουδιών δεν δρα ποτέ αποκομμένα από το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο, αλλά λειτουργεί ως εργαλείο εμπέδωσης μιας αφήγησης μέσα στον χρόνο. Όταν τέτοια στοιχεία επανεμφανίζονται συστηματικά, δεν στοχεύουν τόσο στην άμεση πρόκληση όσο στη σταδιακή εξοικείωση, ώστε αυτό που αρχικά προκαλεί αντίδραση να μετατραπεί σε «κανονικότητα».
Η μουσική ειδικά έχει ένα πλεονέκτημα που δεν διαθέτουν οι επίσημες δηλώσεις ή τα έγγραφα, επειδή μπορεί να παρουσιαστεί ως πολιτιστική έκφραση, ως παράδοση ή ως αθώο φολκλόρ. Με αυτόν τον τρόπο λειτουργεί σαν όχημα έμμεσης νομιμοποίησης αλυτρωτικών συμβολισμών, χωρίς να απαιτείται ρητή πολιτική τοποθέτηση. Όταν ένα τραγούδι, μια ονομασία ή ένας όρος επαναλαμβάνεται σε συναυλίες, γιορτές και δημόσιες εκδηλώσεις, παγιώνεται στη συλλογική συνείδηση και ενισχύει μια συγκεκριμένη ιστορική ερμηνεία, ακόμη κι αν τυπικά δεν παραβιάζει κάθε φορά κάποιο άρθρο διεθνούς συμφωνίας.
Σε αυτό το περιβάλλον, η ύπαρξη της Συμφωνία των Πρεσπών λοιπόν πράγματι λειτουργεί ως επιταχυντής αυτών των πρακτικών. Από τη στιγμή που το ζήτημα του ονόματος ( υποτίθεται ) ρυθμίστηκε θεσμικά και μεταφέρθηκε στο πεδίο της διεθνούς νομιμότητας, δημιουργήθηκε για την άλλη πλευρά ένας χώρος ελιγμών στο επίπεδο του πολιτισμού και της κοινωνίας. Όσο η τυπική συμμόρφωση ( υποτίθεται ) διασφαλίζεται σε διεθνή φόρα, τόσο μεγαλύτερη ελευθερία υπάρχει στο εσωτερικό και στο πολιτισμικό επίπεδο για την αναπαραγωγή παλαιότερων αφηγήσεων, οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται πάντα ως άμεσες παραβιάσεις.
Έτσι, αντί η συμφωνία να λειτουργεί αποκλειστικά ως φραγμός στον αλυτρωτισμό, εδώ χρησιμοποιείται ως ασπίδα απέναντι στην κριτική. Η λογική που αναπτύσσεται είναι ότι «αφού υπάρχει συμφωνία, όλα τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες», με αποτέλεσμα οι λεπτομέρειες αυτές, όπως η μουσική, οι όροι και οι συμβολισμοί, να πολλαπλασιάζονται και να γίνονται πιο ορατές. Σε αυτό το πλαίσιο, οι συνεχείς και αδιάλειπτες πρακτικές που καταγράφονται δεν φαίνεται να είναι τυχαίες, αλλά να συνθέτουν μια στρατηγική μακράς διάρκειας, όπου ο πολιτισμός λειτουργεί ως το πιο ήπιο και ταυτόχρονα πιο αποτελεσματικό μέσο πολιτικής επιρροής. Πιστεύετε πως είναι μακριά η στιγμή που αίφνης υπό τον όρο «μακεδονικός» ό,τι πολιτιστικό στοιχείο ( σύλλογος, χορευτικό σωματείο, πολιτιστικός φορέας ) υπάρχει ανά τον κόσμο θα θεωρείται ότι πηγάζει ή είναι απόκτημα του κράτους των Σκοπίων;
Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι μόνο αν παραβιάζεται τυπικά μια συμφωνία, αλλά αν διαμορφώνεται ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι αλυτρωτικές αναφορές αποκτούν μεγαλύτερη αντοχή και διάχυση. Και σε αυτό το επίπεδο, η μουσική και η πολιτισμική έκφραση αποδεικνύονται ιδιαίτερα ισχυρά εργαλεία, ακριβώς επειδή δύσκολα ελέγχονται και ακόμη δυσκολότερα αντιμετωπίζονται χωρίς να κατηγορηθεί κανείς – όπως ο Δήμαρχος Φλώρινας - για φίμωση ή υπερβολή.
